Γενικά διατηρώ μια ιδέα πως ο άνθρωπος μπορεί να είναι πιο ευτυχής όταν περιορίζει τις προσλαμβάνουσές του σε αυτά που έχει μπροστά του και μόνο. Όταν επικεντρώνεται στο παρόν και σε αυτούς που το περιστοιχίζουν. Και πόσο μάλλον όταν η συζήτηση φτάνει στην επικαιρότητα. Προφανώς, οι εξελίξεις στον κόσμο μας αφορούν όλους, και πολλές φορές μπορούν να μας διδάξουν πολλά χρήσιμα πράγματα. Ωστόσο, η εμμονική παρακολούθηση και συσχέτισή μας με τις εξελίξεις, νιώθω πως λειτουργεί καταστροφικά. Αν όχι για όλους, για κάποιους από εμάς.
Αν πρέπει να μιλήσω για εμένα, αποτελώ έναν από τους τελευταίους ανθρώπους. Όσες φορές έχω προσπαθήσει να παρακολουθήσω την πολιτική πιο στενά, όπως και τις εξελίξεις σε θέματα που αφορούν τα ενδιαφέροντά μου, πέφτω αργά και -μετά βεβαιότητας- σταθερά σε μια μικρή «κατάθλιψη». Και η τάση μου να αναζητώ εις βάθος την πληροφορία, μου χειροτερεύει το τοπίο.
Φταίει η τάση μου για υπερανάλυση θα έλεγε κανείς κάπου εδώ. Αλλά ίσως αυτό είναι ένα γρήγορο συμπέρασμα. Καθώς αν λάβουμε υπόψιν ότι ζω στην Ελλάδα, και κάθε πέτρα που σηκώνεται, ανακαλύπτεις κι ένα ολόκληρο νέο «στρουμφοχωριό» από κάτω, μάλλον θα δίναμε μια άλλη διάσταση στην ιστορία μας.
Ακόμα και τώρα, χρειάζομαι λίγο να το φέρω σε μια πιο χαλαρή και χαρούμενη νότα. Γιατί αν πραγματικά θελήσεις με ωριμότητα και ευθύτητα να περιγράψεις την κατάσταση, μάλλον πρέπει όλοι να βρεθούμε μπροστά σε ένα εδώλιο.
Αναπνέεις εσύ; Ούτε κι εγώ.
Οπότε τότε σκέφτομαι «Το χρειάζομαι πραγματικά στη ζωή μου αυτό;». «Οχι» απαντάω και συνεχίζω, κρατώντας όποια πληροφορία είναι χρήσιμη για μελλοντική χρήση και μόνο.
Είναι όμως και φορές σαν την τωρινή, που η ατμόσφαιρα σε πνίγει. Που νιώθεις πολύ λίγος. Γιατί ο,τι κι αν σκεφτείς, ο,τι κι αν κάνεις, ο,τι κι αν φωνάξεις, δεν έχει καμία σημασία. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της χώρας σου είναι προδιαγεγραμμένο. Και όσο και αν θέλω να το δω θετικά, όσο κι αν πιστεύω στην ανθρωπότητα (ας μη μιλάμε για έθνη άλλο, φτάνει πλέον!), δεν βλέπω πουθενά ένα φως. Ή μάλλον βλέπω, πολλά, μικρά, που στην καθημερινότητά μου με κρατούν ζωντανή. Αλλά όταν η κλίμακα μεγαλώνει, επικρατεί σκότος βαθύ.
Και εκεί είπα πως αντί να τα γράψω απλά στο σημειωματάριό μου για να “αδειάσω”, θα τα γράψω για να ακουστούν. Κι ας πέσουν κάτω. Αλλά έστω να βγει από τους τοίχους αυτού του σπιτιού η σκέψη. Και να μοιραστώ την τύψη που με πνίγει, πως δεν μπορώ να φανώ αρκετή να το βοηθήσω.
Κατηγορούμε λοιπόν το κράτος, την κυβέρνηση, τον οργανισμό, τους ανθρώπους της για ένα λάθος. Για ΤΟ λάθος. Θα συζητούσαμε το ίδιο αν δεν υπήρχαν νεκροί; Μάλλον όχι. Ωστόσο το λάθος δεν θα ήταν το ίδιο; «Όχι» απαντάμε αφελώς, και από εκεί ξεκινάει το πρόβλημα.
Ζούμε σε μια χώρα που βασιλεύει η μετριότητα. Κι αν θελήσεις να το δεις, αν βγεις από την μιζέρια αυτή του Έλληνα που έχει παγιδευτεί στην ιστορία του Περικλή και του Μ.Αλεξάνδρου, θα το δεις. Αν βγεις από το σύνδρομο κατωτερότητας χρωματισμένου με τα κατορθώματα του παρελθόντος, που ουδεμία σχέση δεν έχεις μαζί του γλυκέ μου Έλληνα του 2023, τότε θα το δεις ακόμα πιο καθαρά.
Όλοι σε παροτρύνουμε να πας στο περπατημένο μονοπάτι. Αν αποκλίνεις σε περιθωριοποιούμε. Και για να βεβαιωθούμε πως δεν θα το κάνεις, σε τρέφουμε από μωρό με τις ανασφάλειες και τα «πρέπει» μιας κοινωνίας που δεν ξέρει ούτε το ίδιο της το οικοδόμημα να συντηρήσει.
Βγαίνουμε λοιπόν και κατηγορούμε αυτούς που σε κάθε περίπτωση φταίνε.
Εσύ όχι, ούτε εγώ.
Και εύκολα η συζήτηση φτάνει στο κράτος. (Σε παρακαλώ, αν νομίζεις ότι το παρόν έχει κομματική χροιά, κάνε τη χάρη στον εαυτό σου, και σταμάτα να διαβάζεις το παρόν). Και ο καιρός περνάει, και νέα λάθη αναδύονται, και άλλοι «εύκολα προσβάσιμοι» κατηγορούνται. Και ποτέ δεν γυρνάμε στον καθρέφτη να ρωτήσουμε «Εγώ, συμπεριφέρομαι έτσι ώστε να μην πέφτω στα ίδια λάθη;». Θα πεις το «όχι»; Ή θα βρεις δικαιολογίες για τις οποίες η ζωή εσένα σου δίνει το δικαίωμα να σφάλεις; Καθώς δεν ήταν δίκαιη μαζί σου όπως κι αν έχει.
Εγωκεντρισμός, θυματοποίηση και μαλθακότητα.
Θύματα όλοι της κοινωνίας, και της ιδέας πως επειδή ακριβώς δεν είναι όσο προνομιούχοι θα έπρεπε ή θα ήθελαν, δικαιούνται το οτιδήποτε.
Όχι εσύ. Ούτε εγώ.
Και ο καιρός κυλάει, και η τέχνη δεν είναι τέχνη. Και οι παιδεραστές δεν είναι παιδεραστές. Και το έγκλημα δεν είναι έγκλημα. Και ο γάιδαρος πετάει; «Πετάει» λέμε, γιατί τι άλλο να πεις όταν το πραγματικό δεν είναι αυτό που πρέπει και το ψευδές δεν είναι εκεί που πρέπει.
Αλλά οι άλλοι φταίνε, σωστά;
Όχι εσύ. Ούτε εγώ.
Εμείς και το πρωί ξεκινάμε για την δουλειά στην σωστή ώρα, και με πράσινο τα περνάμε όλα τα φανάρια, και στο μετρό περιμένουμε οι μέσα να βγουν για να μπούμε, και σειρά δεν κλέβουμε στη σειρά για τον καφέ, και «για 10’ μωρέ» δεν παρκάρουμε σε θέση αναπήρων, και αλήθεια λέμε ανεξάρτητα από το συμφέρον μας, και το «καλύτερο» από μας αναγνωρίζουμε, και στη κάλπη δεν θα ρίξουμε το σταυρό για τον ξάδερφο του γαμπρού μας, και όταν έρθει η ώρα δεν θα πούμε ψέματα στο δικαστήριο.
Γιατί πιστεύουμε ότι το σωστό και το δίκαιο βρίσκεται μόνο στις μεγάλες πράξεις. Αυτές των «σωτήρων» μας, αυτών που «τα τρώνε», αυτών που η ζωή κάπως τους βοήθησε. Οι υπόλοιποι σε μια μιζέρια, σε δυσκολία, και με αδικία φορτωμένοι. Που δικαιολογούν κάθετι από τα παραπάνω, αλλά και στην τελική «δεν επηρεάζει και κανενός τη ζωή τελικά». Έτσι δεν λέμε;
Λες και στους άλλους η ζωή τα έφερε στρωμένα. Λες και η αριστεία δεν ξεκινάει από τα μικρά, τα ασήμαντα για να φτάσει στα μεγάλα και τα σημαντικά.
Και για να το κλείσω κάπως, σαν όντως να μπορεί να κλείσει τώρα αυτό. Ιστορίες τέτοιες στην χώρα μας, άλλωστε, ως είναι γνωστόν, θάβονται. Δεν κλείνουν…
Με συγχωρείς, αλλά εγώ αρνούμαι να σκύψω το κεφάλι. Αρνούμαι να σφίξω τα δόντια. Αρνούμαι το «να δουλέψουμε».
Όχι εσύ. Εγώ αρνούμαι.
Recent Comments